Διαδρομές στη διδασκαλία της νέας ελληνικής γλώσσας

Το πρόγραμμα «Διαδρομές στη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας» αφορά μαθήματα για την εκπαίδευση/κατάρτιση/επιμόρφωση από απόσταση διδασκόντων την ελληνική σε παιδιά και σε ενηλίκους σε όλον τον κόσμο (εκτός Ελλάδος).

Για την περίοδο 2012-2013 το πρόγραμμα υλοποιείται για έκτη συνεχή φορά. Ο πρώτος κύκλος του προγράμματος υλοποιήθηκε το 2007, υπό την επιστημονική ευθύνη της καθηγήτριας του Α.Π.Θ. κ. Νιόβης Αντωνοπούλου (που συντόνισε τους πέντε προηγούμενους κύκλους επιμόρφωσης και είναι ο ιθύνων νους του προγράμματος), και τιμήθηκε με το βραβείο του Ευρωπαϊκού Σήματος Γλωσσών.

Κύριος στόχος του προγράμματος είναι η απόκτηση απαραίτητων γνώσεων για την ανάπτυξη της διδακτικής ικανότητας των διδασκόντων την ελληνική ως ξένη γλώσσα καθώς και η εκπαίδευσή τους στη διδακτική μεθοδολογία σε όλα τα επίπεδα και για όλες τις ηλικίες. Για το σκοπό αυτό στο πρόγραμμα συνεργάζονται και συνεισφέρουν αξιόλογοι και έμπειροι εφαρμοσμένοι και θεωρητικοί γλωσσολόγοι, φιλόλογοι, παιδαγωγοί και πληροφορικοί.

Το πρόγραμμα υλοποιείται εξ ολοκλήρου από απόσταση και αποτελείται από οχτώ ενότητες. Η κάθε ενότητα περιλαμβάνει από 3 ως 4 κεφάλαια. Οι εκπαιδευόμενοι/ες οφείλουν να ολοκληρώσουν επιτυχώς και τις οκτώ ενότητες.

  • Η ενότητα αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια που αφορούν μια σειρά από θέματα σχετικά με τη γλωσσική διδασκαλία. Το πρώτο κεφάλαιο αφορά τα αναλυτικά προγράμματα, την ανάλυση αναγκών και το σχεδιασμό μαθήματος. Το δεύτερο κεφάλαιο αφορά μια σειρά από θέματα που αφορούν τη διαχείριση τάξης όπως είναι η διάταξη των θέσεων στην τάξη, η κινητοποίηση του ενδιαφέροντος των μαθητών, η διαχείριση προβλημάτων συμπεριφοράς στην τάξη και η διαχείριση του χρόνου μέσα στην τάξη. Το τρίτο και το τέταρτο κεφάλαιο αφορούν την κατανόηση γραπτού και προφορικού λόγου και την παραγωγή γραπτού και προφορικού λόγου αντίστοιχα αναλύοντας μια σειρά από θέματα όπως είναι τα χαρακτηριστικά των δεξιοτήτων καθώς και οι στρατηγικές και οι δραστηριότητες που χρησιμοποιούνται.

  • Η ενότητα αυτή αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο επιχειρείται μια σύντομη αναδρομή στις διδακτικές προσεγγίσεις και μεθόδους που έχουν αναπτυχθεί με στόχο να παρατηρήσουμε τη θέση που έχουν η γραμματική, το λεξιλόγιο και η προφορά σε αυτές και τον τρόπο που η κάθε προσέγγιση προτείνει για την αποτελεσματικότερη διδασκαλία τους. Στη συνέχεια παρουσιάζονται μερικές από τις κυριότερες κατηγορίες των διδακτικών δραστηριοτήτων. Κύριος στόχος του πρώτου κεφαλαίου είναι να δοθεί ένα καλό θεωρητικό υπόβαθρο έτσι ώστε οι διδασκόμενοι να είναι σε θέση να γνωρίζουν τι επιλογές μπορούν να κάνουν στο μάθημα τους, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των επιλογών αυτών και την προσδοκόμενη αποτελεσματικότητά τους στην τάξη. Έτσι θα έχουν τη δυνατότητα να κάνουν συνειδητά τις επιλογές τους για το μάθημά τους. Τα κεφάλαια 2, 3 και 4 παρουσιάζουν τη διδασκαλία της γραμματικής, του λεξιλογίου και της προφοράς αντίστοιχα δίνοντας έμφαση τόσο σε σχετικό θεωρητικό υπόβαθρο όσο και σε διδακτικές προτάσεις για τη διδασκαλία τους.

  • Η ενότητα αποτελείται από 3 κεφάλαια στα οποία παρουσιάζονται ο τρόπος εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας σε μικρή ηλικία καθώς και η διδακτική προσέγγιση που πρέπει να ακολουθηθεί. Πιο συγκεκριμένα, στο κεφάλαιο 1 αναπτύσσεται το θεωρητικό υπόβαθρο εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας που οδηγεί στην καταγραφή των ιδιαίτερων μαθησιακών χαρακτηριστικών των μικρών μαθητών και στη συνέχεια παρουσιάζεται η διδακτική μέθοδος που είναι σκόπιμο να υιοθετηθεί με βάση τον τρόπο που μαθαίνουν οι μικροί μαθητές.

    Στο κεφάλαιο 2 δημιουργείται το απαραίτητο διδακτικό και μαθησιακό πλαίσιο που είναι απαραίτητο για τη διδασκαλία σε μικρούς μαθητές, ώστε η διδακτική προσέγγιση να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των μικρών μαθητών, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στην υιοθέτηση συγκεκριμένων πρακτικών όπως είναι τα παραμύθια, τα τραγούδια, τα παιχνίδια, και τα θεατρικά παιχνίδια.

    Στο κεφάλαιο 3 παρουσιάζονται τρόποι αξιολόγησης του διδακτικού εγχειριδίου που υιοθετείται στη διδακτική πρακτική γενικότερα αλλά και ειδικότερα στην τάξη που αποτελείται από μικρές ηλικίες. Επίσης αναπτύσσονται συγκεκριμένα κριτήρια που είναι συνδεμένα με τον τρόπο που μαθαίνουν οι μικροί μαθητές και που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν γίνεται η επιλογή ενός συγκεκριμένου εγχειριδίου και έχουν σχέση με τον ίδιο τον μαθητή, το δάσκαλο, τη μεθοδολογική προσέγγιση αλλά και με το ίδιο το υλικό. Σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα μαθησιακό περιβάλλον πλούσιο σε ερεθίσματα, ώστε να διατηρηθεί αμείωτο το ενδιαφέρον για μάθηση, η δημιουργία διδακτικού υλικού κρίνεται αναγκαία και παρουσιάζονται τρόποι δημιουργίας του.

  • Με την έννοια «αξιολόγηση» νοείται στο χώρο της γλωσσικής εκμάθησης η αξιολόγηση της επάρκειας του χρήστη της γλώσσας. Το πώς θα αξιολογήσουμε δε την επάρκεια αυτή σε σημαντικό βαθμό καθορίζει την οργάνωση του γλωσσικού μαθήματος. Οι τρεις θεμελιώδεις έννοιες που διέπουν, με τη σειρά τους, την κεντρική έννοια της αξιολόγησης είναι: α. η εγκυρότητα, β. η αξιοπιστία και γ. η λειτουργικότητα. Κάθε αξιολόγηση που φιλοδοξούμε να είναι (όσο το δυνατόν) αντικειμενική και ορθή, υπακούει σε αυτές τις βασικές έννοιες και αρχές, ενώ οι τελευταίες καλούνται να αποδειχθούν με μετρήσιμα στοιχεία, όπως οι στατιστικές αναλύσεις, η ανάλυση των εξεταστικών ερωτημάτων, η πιλοτική εφαρμογή των ερωτημάτων κ.ά. μέθοδοι που μπορούν να ποσοτικοποιούν την ποιότητα των συγκεκριμένων αρχών.

  • Στην ενότητα αυτή αρχικά προσφέρεται μία λεπτομερής ανάπτυξη των περιεχομένων της ενότητας με τους βασικούς στόχους και τον τρόπο αξιολόγησης. Στην συνέχεια συζητούνται οι αρχικοί προβληματισμοί των συγγραφέων τόσο για την επιλογή των περιεχομένων όσο και για το σχεδιασμό της ενότητας, τον τρόπο ανάπτυξης του υλικού καθώς και για την υποστήριξη των συμμετεχόντων.

    Καθώς η συγκεκριμένη ενότητα έχει καθαρά πρακτικό χαρακτήρα και με δεδομένο το γεγονός ότι τα σημερινά προϊόντα της σύγχρονης τεχνολογίας είναι πολύ περισσότερα από αυτά που μπορούν να αναφερθούν σε ένα ανάλογο πρόγραμμα κατάρτισης, οι αποφάσεις μας είναι απόρροια συζητήσεων με κύριο γνώμονα την πρακτικότητα και άμεση χρήση του υλικού που επιλέξαμε, την προσβασιμότητα του λογισμικού από όλους τους συμμετέχοντες, την φιλικότητα του λογισμικού για τον μέσο χρήστη, αλλά και την παρούσα κατάσταση στην διδασκαλία της δεύτερης γλώσσας.

    Το πρώτο κεφάλαιο αφιερώνεται στη δημιουργία υποστηρικτικού υλικού με απλά προγράμματα (π.χ. κειμενογράφους), blogs, wikis, στη ένταξη και χρήση έτοιμου ηλεκτρονικού υλικού από το διαδίκτυο αλλά και στη χρήση σωμάτων κειμένων. Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται αναφορά σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα γλωσσικής αξιολόγησης που ‘δέχεται’ υλικό από τους δάσκαλους/χρήστες και μπορεί να χρησιμεύσει ως εργαλείο ηλεκτρονικής αξιολόγησης. Στο τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο συζητούνται οι δυνατότητες που προσφέρονται σήμερα για ζωντανή και άμεση χρήση της γλώσσας μέσω των σύγχρονων μηχανών συνομιλίας που προσφέρονται στο διαδίκτυο, προτείνοντας τρόπους αξιοποίησής τους στη διδασκαλία. Παράλληλα, αναπτύσσεται η έννοια της μάθησης σε κοινότητα, στις κοινότητες μάθησης και στις κοινότητες πρακτικής.

  • Η Ενότητα αυτή αποτελείται από 3 κεφάλαια. Εδώ θα μυηθείτε στο φαινόμενο «γλώσσα» ως σύνθετο κοινωνικοπολιτισμικό φαινόμενο που μας καλεί να ανακαλύψουμε τα «μυστικά» της: έχετε ήδη ανακαλύψει, στη μέχρι τώρα επαφή και ενασχόληση σας με την ελληνική, τα μυστικά εκείνα που κάνουν τους φθόγγους μορφήματα, τα μορφήματα λέξεις, τις λέξεις προτάσεις. Εδώ θα έρθετε σε επαφή ακόμη περισσότερο με τα υπονοήματα, τις συνδηλώσεις, τις συμβολικές σημασίες της ίδιας της γλώσσας αλλά και του λόγου για τη γλώσσα.

    Συγκεκριμένα στα τρία κεφάλαια που απαρτίζουν την ενότητα

    • 1. α) θα εμβαθύνετε σε ιδιαίτερα ζητήματα της νεοελληνικής γραμματικής (σειρά των όρων της πρότασης, εγκλίσεις), και β) θα διδαχθείτε στοιχεία από την ιστορία της ελληνικής γλώσσας και της σύγχρονης κοινωνιογλωσσικής της κατάστασης,
    • 2. θα εξοικειωθείτε με ορισμένα κειμενικά είδη (ή είδη λόγου) και θα μυηθείτε σε ένα μοντέλο ανάλυσης της γλώσσας που μπορεί να αξιοποιηθεί στη διδασκαλία
    • 3. θα ασχοληθείτε με τη λογοτεχνία και τον τρόπο διδασκαλίας της, προσεγγίζοντάς την θεματικά.
  • Καλώς ορίσατε στον κόσμο της Διγλωσσίας!

    Στόχος αυτής της ενότητας είναι η συνοπτική και, κατά το δυνατόν, ολοκληρωμένη παρουσίαση των ζητημάτων που αφορούν την ατομική διγλωσσία. Στα κεφάλαια που περιέχονται παρουσιάζουμε το πώς ορίζεται η διγλωσσία και οι διαφορετικοί τύποι της, όπως επίσης ποιες είναι οι επιπτώσεις της διγλωσσίας στη γλωσσική και νοητική ικανότητα του ατόμου. Η σύγκριση αφορά τις ικανότητες του δίγλωσσου σε σχέση με τον μονόγλωσσο ομιλητή.

    Στο πρώτο κεφάλαιο  παρουσιάζουμε σφαιρικά τη διγλωσσία ως φαινόμενο που έχει κατακτήσει  το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού. Για το λόγο αυτό,  συζητάμε καταρχάς πώς ορίζεται η διγλωσσία και ποιους διαφορετικούς  τύπους δίγλωσσων ομιλητών μπορούμε να συναντήσουμε. Στη συνέχεια  αναφερόμαστε στην Υπόθεση της Κρίσιμης Περιόδου για τη γλωσσική ανάπτυξη η οποία θεωρείται ένα  από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα της σύγχρονης έρευνας στο χώρο.  Επίσης, συζητάμε για τα περιβάλλοντα και τις τεχνικές που προάγουν  τους διαφορετικούς τύπους διγλωσσίας. Το θέμα που ενδιαφέρει ιδιαίτερα  όσους ασχολούνται με τη διγλωσσία είναι εάν και σε ποια σημεία  διαφέρει ένας δίγλωσσος από έναν μονόγλωσσο ομιλητή. Έτσι, στην τελική  υποενότητα του κεφαλαίου αναλύουμε τις υποθέσεις που έχουν διατυπωθεί  για την οργάνωση του λεξιλογίου και της γραμματικής σε  ένα δίγλωσσο εγκέφαλο.

    Στο δεύτερο κεφάλαιο αναφερόμαστε στη συνύπαρξη δύο γλωσσών στο ίδιο άτομο και πώς αυτή επηρεάζει τις γνωστικές ικανότητες και τη συμπεριφορά. Αναφερόμαστε σε έρευνες που αποδεικνύουν ότι η διγλωσσία ενισχύει την ανάπτυξη μιας κεντρικής και καίριας εγκεφαλικής λειτουργίας η οποία ονομάζεται εκτελεστική λειτουργία ή εκτελεστικός έλεγχος. Αυτή η λειτουργία δεν αφορά μόνο τη γλώσσα αλλά τη σκέψη, την προσοχή και τη μάθηση γενικότερα. Εξάλλου διαφορά στην εκτελεστική λειτουργία δίγλωσσων και μονόγλωσσων ατόμων έχει φανεί σε πειράματα που έγιναν σε ομάδες διαφόρων ηλικιών. Αυτό το πλεονέκτημα διατηρείται στους δίγλωσσους ενήλικες αλλά και προστατεύει τους ηλικιωμένους από την φυσική έκπτωση της λειτουργίας αυτής κατά τη γήρανση.

    Μετά την παράθεση όλων των παραπάνω θεωρητικών ζητημάτων σχετικά με τη διγλωσσία γίνεται μια σύντομη αναφορά στους κυριότερους τύπους δίγλωσσης εκπαίδευσης. Στο τελευταίο (τρίτο) κεφάλαιο της ενότητας συζητάμε τη σχέση που έχουν τα διαφορετικά εκπαιδευτικά πλαίσια στα οποία εντάσσονται τα δίγλωσσα παιδιά. Παρουσιάζουμε τους γλωσσικούς και εκπαιδευτικούς στόχους που υπηρετούν και εξετάζουμε το κατά πόσο ενισχύουν τον γραπτό λόγο και στις δύο γλώσσες. Το ζητούμενο είναι αν η δίγλωσση εκπαίδευση ενισχύει όχι μόνον τον εγγραμματισμό (literacy) αλλά και την ισορροπία των δύο γλωσσών στο άτομο.

  • Στο εισαγωγικό κεφάλαιο διερευνώνται πτυχές της πολιτισμικής ποικιλομορφίας και οι επιπτώσεις της σε σύγχρονες μορφές εκπαίδευσης. Ειδικότερα, η εστίαση αφορά τη σχέση της διαπολιτισμικότητας με τη γλώσσα (ως γενικό φαινόμενο), τις γλώσσες (τις συγκεκριμένες εκφάνσεις του γενικού φαινομένου) και τις γλωσσικές πρακτικές, ενώ παράλληλα θίγονται και άλλες διαστάσεις, ώστε να αναδειχθεί η συνθετότητα του ζητήματος της “επαφής με τον άλλο”. Εκτός τούτων, επιχειρείται η παρουσίαση των ιστορικών, κοινωνικών και πολιτισμικών παραμέτρων που οδήγησαν στην ανάπτυξη και εφαρμογή διαφόρων μοντέλων εκπαίδευσης πέραν του μονοπολιτισμικού, ώστε να αναπτυχθεί ένας προβληματισμός γύρω από τις ποικίλες διαστάσεις της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και της γλωσσικής και πολιτισμικής ποικιλομορφίας και να αναζητηθούν τρόποι αξιοποίησής τους στη διδασκαλία.

    Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται θέματα διγλωσσίας μαθητών στο σχολείο και γίνονται αναφορές σε συγκεκριμένες εφαρμογές που προάγουν την διαπολιτισμική επικοινωνία στη σχολική τάξη. Συγκεκριμένα, στο πρώτο υποκεφάλαιο επιχειρείται να αναδειχτεί η ανάγκη για «διαπολιτισμική» προσέγγιση στη διδασκαλία και η σύνδεση του διγλωσσικού και διπολιτισμικού κεφαλαίου των μαθητών με την εκπαιδευτική πράξη. Στο δεύτερο υποκεφάλαιο αποσαφηνίζονται βασικές έννοιες που έχουν να κάνουν με τη διγλωσσία ως κοινωνιογλωσσικό φαινόμενο και παρουσιάζονται έρευνες για τη γνωστική και γλωσσική ανάπτυξη δίγλωσσων ατόμων. Τέλος, στο τρίτο υποκεφάλαιο παρουσιάζονται εκπαιδευτικές προτάσεις, τις οποίες μπορεί να πραγματοποιήσει ο δάσκαλος, προκειμένου να επιτευχθεί μια εποικοδομητική συνάντηση διαφορετικών πολιτισμών και γλωσσών των μαθητών στην τάξη: δίγλωσσα βιβλία, κείμενα ταύτισης, project με διαπολιτισμικό περιεχόμενο.

    Το τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται σε θεωρητικά ζητήματα και διδακτικές εφαρμογές που αφορούν τη διδασκαλία σε ένα πολύγλωσσο και πολυπολιτισμικό περιβάλλον. Ειδικότερα: Στο πρώτο υποκεφάλαιο αναλύεται η διάκριση ανάμεσα στις βασικές διαπροσωπικές επικοινωνιακές δεξιότητες και στις γνωστικές ακαδημαϊκές γλωσσικές δεξιότητες, με βάση την οποία κατανοούνται οι δυσκολίες των μαθητών στην εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Στο δεύτερο υποκεφάλαιο παρουσιάζονται τα σημαντικότερα μοντέλα διδασκαλίας για την ανάπτυξη ακαδημαϊκών δεξιοτήτων με αντίστοιχες διδακτικές εφαρμογές, ενώ για την καλλιέργεια προσωπικής σχέσης με τη δεύτερη/ξένη γλώσσα και την ενίσχυση της αυτοέκφρασης των μαθητών προτείνονται δραστηριότητες δημιουργικής γραφής. Τέλος, στο τρίτο υποκεφάλαιο, παρουσιάζονται ενδεικτικά παραδείγματα των δυσκολιών που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί σε μία πολυπολιτισμική τάξη, λόγω πολιτισμικών διαφορών και προτείνονται τρόποι διαπολιτισμικής προσέγγισης και υπέρβασης των δυσκολιών αυτών με ανάδειξη κατά τη διδασκαλία εκείνων των στοιχείων που ενώνουν και όχι αυτών που διαχωρίζουν τους μαθητές.